ΕΛΛΗΝΕΣ ΖΩΓΡΑΦΟΙ

c1

Η Σύγχρονη γενιά

r

Οι ζωγράφοι που γεννήθηκαν μετά το 1940Εκκινούν από διαφορετικές αφετηρίες.Ακολουθούν και διερευνούν διαφορετικά ρεύματα. Σπουδάζουν και ζουν για διαστήματα στην Ελλάδα και σε μητροπόλεις του εξωτερικού.

Σταύρου Γιάννης

r

Η καταγωγή του από ναυτική οικογένεια της Χίου αλλά και τα παιδικά-εφηβικά του χρόνια στο κέντρο της κοσμοπολίτικης Θεσσαλονίκης των δεκαετιών του'50 – '60 επηρέασαν σημαντικά τη φυσιογνωμία του. Το αστικό, βιομηχανικό τοπίο, οι πολιτείες που βλέπουν τη θάλασσα, τα καράβια αποτελούν βασική του θεματολογία. Όμως δύσκολα μπορεί να χαρακτηρισθεί τοπιογράφος ή θαλασσογράφος με την κλασική έννοια. Η θάλασσα αποτελεί αφορμή για χρώμα, ενώ οι όγκοι των καραβιών του δηλώνουν περισσότερο ένα νόημα-μύθο παρά συγκεκριμένα καράβια. Το ίδιο ισχύει και για τις πολιτείες του.Η καλλιτεχνική του πορεία χαρακτηρίζεται από μια όλο και μεγαλύτερη απόμακρυνση από την εικονικότητα. Αν η παλιότερη του δουλειά ήταν προσηλωμένη σε μια μορφή «σύγχρονου ακαδημαϊσμού», η τελευταία του τείνει προς την αφαίρεση χωρίς να χάνεται εντελώς η εικονικότητα. Το αυστηρό σχέδιο υποκαθίσταται από το χρώμα, και δυό αντίθετες φαινομενικά τάσεις συνυπάρχουν: ενώ η φόρμα γίνεται όλο και πιο αφαιρετική, η τεχνική κατευθύνεται στους πιο κλασικά παραδοσιακούς τρόπους της χρήσης του λαδιού (ελαιοχρώματος). Τα έργα του έχουν αλεπάλληλες χρωματικές επιστρώσεις και είναι γυαλιστερά — γεγονός που τονίζει την πλούσια υφή του ελαιοχρώματος. Σταδιακά ηζωγραφική του τείνει περισσότερο στην αναζήτηση του χρώματος και της φόρμας και λιγότερο στο ίδιο το θέμα.

Λιμάνι (ή Παροπλισμένα;)
λάδι σε καμβά, 30 εκ. x 40 εκ

Σάμιος Παύλος

r

Ο Παύλος Σάμιος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1948.Από μικρός ασχολήθηκε με τη ζωγραφική και το σχέδιο βοηθώντας παράλληλα τον πατέρα του στο εργαστήριο παπουτσιών. Aγάπησε τη θρησκευτική ζωγραφική που τον κέρδισε από πολύ νωρίς. Παρακολούθησε μαθήματα σχεδίου στο Εργαστήρι του Πάνου Σαραφιανού και πέρασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Δάσκαλοί του ήταν ο Νίκος Νικολάου στο Προκαταρκτικό και ο Γιάννης Μόραλης στο Εργαστήριο Ζωγραφικής. Ο Νίκος Νικολάου είχε σαν αρχή το σχέδιο και την παράδοση της Αρχαίας Ελληνικής Τέχνης και ο Γιάννης Μόραλης εισήγαγε τους σπουδαστές του στη σύγχρονη τέχνη. Σπουδαίοι δάσκαλοι που τους οφείλει πολλά, όπως επίσης και στο Γιάννη Τσαρούχη. Είχε την ευκαιρία να τον γνωρίσει στο Παρίσι και να μάθει τόσα πολλά για την ελληνική παράδοση, μέσα από τα μάτια ενός μοναδικού ζωγράφου που στα πρώτα του έργα τον επηρέασε πολύ. Την ίδια εποχή ήταν στη μοναδική παρέα του «Μαγεμένου Αυλού», όπου ο Μάνος Χατζιδάκις, μάγος του λόγου και γνώστης της ανάγκης των νέων, τους έμαθε να σκέπτονται χωρίς όρια. Από το 2000 είναι καθηγητής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας (Εργαστήριο παραδοσιακής ζωγραφικής fresco-βυζαντινές εικόνες-χειρόγραφα). Έχει ζωγραφίσει με την τεχνική του fresco πολλές μικρές εκκλησίες. Τα θέματά του έχουν ως αναφορές ψαράδες, χαρτοπαίκτες,καρέκλες,τραπεζάκια,ονειρικά θέματα και γυναικείες φιγούρες. Ζωγραφίζει επιμήκεις φιγούρες με μικρά κεφάλια, διογκομένα εκφραστικά χέρια που υμνουν τις απλές καθημερινές χαρές και τη βιοπάλη. Η πηγή έμπνευσης από την καθημερινότητα είναι ανεξάντλητη.


Δασκαλάκης Στέφανος

r

Δασκαλάκης ΣτέφανοςΓεννήθηκε στον Πειραιά το1952Σπούδασε ζωγραφική στην ΑΣΚΤ (1970-1974), με δάσκαλο το Γ. Μαυροΐδη. Συνέχισε τις σπουδές του, πρώτα στη Λυών και μετά στο Παρίσι στηνΕοοΙθ des Beaux-Arts (1978-1981), με δάσκαλο το L Cremonini. Μαθήτευσε επίσης κοντά στο Γ. Τσαρούχη. Στη ζωγραφική του προσπάθησε και μπόρεσε εξαρχής να συνδυάσει δημιουργικά τα διδάγματα των δασκάλων του, που αντιπροσώπευαν δύο διαφορετικές παραδόσεις του ρεαλισμού του 20ού αιώνα. Επιστρέφοντας το 1982 στην Αθήνα, εξέθεσε μια σειρά ελαιογραφιών που άσκησαν επίδραση σε πολλούς νεότερους ζωγράφους. Παράλληλα, τα έργα αυτά μπορούν να θεωρηθούν ως μια από τις πρώτες εκδηλώσεις του μεταμοντερνισμού στην Ελλάδα. Πρόκειται για μια σειρά νεκρών φύσεων και εσωτερικών χώρων .Στο σύνολο του έργου του, ο καλλιτέχνης προχωρά πέρα από την απλή αναπαράσταση και τον επιδέξιο νατουραλισμό, προς μια ζωγραφική όπου διακριτικά εκφράζει προσωπικούς του στοχασμούς και ερωτήματα κοσμοθεωρητικής τάξης.

Η Άννα με γάντια

Γωργίου Κωστής

r

Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1956.Σπούδασε ζωγραφική και γλυπτική στην ΑΣΚΤ (1982-1986) με δάσκαλους στη ζωγραφική του Δ. Μυταρά και Δ. Κοκκινίδη και στη γλυπτική το Θ. Πανουργιά. Την περίοδο 1985-1986 συνέχισε τις σπουδές του στο royal College of Fine Arts του Λονδίνου κοντά στον P. De Francia. Έχει επίσης σπουδάσει σκηνογραφία στη Φλωρεντία, ενώ την περίοδο 1982-1988 εργάστηκε ως σκηνογράφος στην ΕΡΤ. Για ένα διάστημα διατέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής στο περιοδικό Labour News της Στοκχόλμης. Στη ζωγραφική του χρησιμοποιεί λάδια και ακρυλικά, στη γλυπτική του μέταλλα, πολυεστέρα, ηλεκτροκόλληση. Έχει δώσει έργα σε σειρές με τίτλους όπως Νόστος, Purgatorio κ.α.Η ζωγραφική του κινείται στο κλίμα ενός προσωπικού παραμορφωτικού εξπρεσιονισμού, με δραματικές περισσότερο προεκτάσεις. Χωρίς να θυσιάζει πάντα την οπτική πραγματικότητα, δημιουργεί σύνολα που τόσο με τις παραμορφώσεις όσο και τη βιαιότητα του χρώματος υποβάλλουν ανησυχίες και εσωτερικές συγκρούσεις. Σε μερικές περιπτώσεις διαφαίνεται μια επαφή με τη ζωγραφική και τα παραμορφωτικά στοιχεία του F. Bacon, ιδιαίτερα σε πρώιμα έργα του, αλλά γρήγορα περνάει σ’ ένα προσωπικό εξπρεσιονιστικό ιδίωμα. Στις πιο χαρακτηριστικές του προσπάθειες σημειώνει κανείς την έμφαση στη διαγώνια σύνθεση, τον τονισμένο χαρακτήρα των παραμορφώσεων και το ρόλο του χρώματος, το οποίο υποβάλλει έναν κόσμο δραματικών συγκρούσεων. Σε μεγάλα δίπτυχα και τρίπτυχα δίνει σύνολο στα οποία συγκρούονται παραστατικά και αφηρημένα στοιχεία και, με αφετηρία την ανθρώπινη μορφή, αποσπασματική και παραμορφωμένη, το χώρο ελλειπτικό και σκόπιμα ακαθόριστο, τα χρώματα πηγαία και σχεδόν επιθετικά, εκφράζει κάτι από τους φόβους του κόσμου μας.

Χάρος Μανόλης

r

Ο Μανώλης Χάρος (1960) είναι ένας καλλιτέχνης που αποτυπώνει στα έργα του νεκρές φύσεις, φανταστικά τοπία ή αφηρημένες εξπρεσιονιστικές επιφάνειες τονισμένων χρωμάτων. Ο ίδιος αποκαλεί τους πίνακες του «βόλτες» και τη ζωγραφική του «περίπατο».«Από την αρχή της πορείας του στράφηκε προς μια παραστατική ζωγραφική», γράφει η τεχνοκριτικός Μπία Παπαδοπούλου, «αφηγούμενος μικρές ιστορίες με το ρυθμό διήγησης. Εικόνες ρομαντικής ονειροπόλησης, σταλαγματιές μνήμης, αποδοσμένες με εσκεμμένη παιδική αφέλεια και αυθόρμητη φρεσκάδα». Πολλές φορές τα τοπία του αναπαριστούν μνήμες από την γενέτειρά του, τα Κύθηρα.Ο Μανώλης Χάρος σπούδασε ζωγραφική και χαρακτική στο Παρίσι στην Ecole des Beaux Arts (1978-1982) και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές με θέμα την εικαστική οπτική επικοινωνία. Ασχολείται με την εικονογράφηση καλλιτεχνικών εκδόσεων ενώ έχει σχεδιάσει έπιπλα και αντικείμενα.Το 1984 τιμήθηκε με το βραβείο Prix des Fondations στον τομέα της λιθογραφίας, και το 1998 με το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για ζωγράφο κάτω των 40 ετών. Έχει κάνει πολλές ατομικές εκθέσεις ενώ έχει συμμετάσχει σε πολλές ομαδικές στην Ελλάδα και το εξωτερικό.\.

Νυχτερινή θέα, ακρυλικό σε καμβά, 100Χ130εκ.

Ζαχαριουδάκης Μανώλης

r

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1958Σπούδασε ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1979 - 1984), με καθηγητές το Δημοσθένη Κοκκινίδη και το Νίκο Κεσσανλή. Από το 1984 παρουσιάζει έργα του σε ατομικές ("Tantra" 1984, "Ζ - Μ" Θεσσαλονίκη 1985, "3" 1986, 1988, 1990, 1994, "Ο. Γεωργαντέα" 1994, 1996, "24" 1995, "Astra" 1995), ομαδικές και διεθνείς εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό (Μπιενάλε Νέων Μεσογείου, Βαρκελώνη 1987 και Αθήνα 1988, Διεθνές Φεστιβάλ Ζωγραφικής, Cagnes-sur-Mer 1994 κ.ά.). Έχει επίσης ασχοληθεί με την εικονογράφηση βιβλίων και την εικαστική επιμέλεια προγραμμάτων για ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Στις δημιουργίες του χρησιμοποιεί παραδοσιακά και νέα υλικά αλλά και τη σύγχρονη τεχνολογία.

Εκεί που δεν είναι κανείς ξανά, πριν το 1994
Λάδι σε χαρτόμαζα , 95 x 118 εκ.

Ηλιοπούλου Ειρήνη

r

Ηλιοπούλου Ειρήνη( Αθήνα, 1950 )Πραγματοποίησε σπουδές φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας (1969 - 1975). Σπούδασε ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1977 - 1981), στο εργαστήριο του Γιώργου Μαυροΐδη, και στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού (1981 - 1985), στο εργαστήριο του Leonardo Cremonini. Από το 1985 παρουσιάζει έργα της σε ατομικές ("Etienne de Causans" Παρίσι 1986, "Titanium" Αθήνα 1988, "Αίθουσα Τέχνης Αθηνών" 1993, 1995, "Flak" Παρίσι 1996) και ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, ιδιαίτερα στη Γαλλία. Τα έργα της -κυρίως εσωτερικά, τοπία και θέματα εμπνευσμένα από τη φύση- μαρτυρούν έμφαση στις ζωγραφικές αξίες, είναι κάποτε λυρικά, ενώ συχνά αναδίδουν μία αίσθηση ερημιάς ή δραματικότητας.

Μηλιά, 1996
Λάδι σε μουσαμά , 180 x 160 εκ.

Subtopic

Όπυ Ζούνη

r

Ελληνίδα ζωγράφος και εικαστικός.Γεννήθηκε το 1941 στο Κάιρο, όπου σπούδασε ζωγραφική και κεραμική (1959-62). Στη συνέχεια παρακολούθησε μαθήματα ζωγραφικής στην Α.Σ.Κ.Τ. της Αθήνας με δάσκαλο τον Μόραλη (1963-68), κεραμικής (1963-65) και σκηνογραφίας-διακόσμησης (1967-69). Πραγματοποίησε περισσότερες από είκοσι ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και συμμετείχε σε περισσότερες από διακόσιες ομαδικές εκθέσεις. Αξίζει να σημειωθεί το αφιέρωμα στο έργο της καλλιτέχνιδας, στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών το Νοέμβριο του 1992 και συνοδεύτηκε από συζήτηση στρογγυλής τραπέζης, με εισηγητές από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Πέθανε στην Αθήνα (2008)Eικαστική πορεία Ο ορθολογισμός και η συγκίνηση είναι δύο στοιχεία που συνυπάρχουν στην παραγωγή της Ζούνη και που χαρακτηρίζουν το σύνολο του έργου της. Η αυστηρότητα γραμμών και επιπέδων ενισχύει την εγκεφαλικότητα και την αποφασισμένη έλλογη διαδικασία που ακολουθεί η καλλιτέχνιδα, το χρώμα και η απρόοπτη σύνθεση επιπέδων, βάθους και προοπτικής υπογραμμίζουν το συγκινησιακό μέρος της δουλειάς της, η οποία αντλεί πάντα από τη φύση και το περιβάλλον, πράγμα που φαίνεται παράδοξο αν κρίνει κανείς μόνο από το τελικό αποτέλεσμα. Η Ζούνη, από το 1959 ως το 1966, ερευνά το χώρο μέσα από τη μελέτη της προοπτικής στα έργα, κυρίως, της Αναγέννησης αλλά και της ιστορίας της τέχνης γενικότερα. Τα έργα αυτής της περιόδου διακρίνονται για την εξπρεσιονιστική τους γραφή, η οποία όμως ήδη από τότε βασίζεται σε μια δομή γεωμετρική. Στη συνέχεια και ως το 1969 την απασχολεί η τρίτη διάσταση (κατασκευές και ανάγλυφα σε πλάκες φελλού), για να περάσει οριστικά στην καθαρά γεωμετρική περίοδο της δουλειάς της (1969-72), όπου δημιουργεί και τα πρώτα γλυπτά της και όπου μελετά το πλακάτο χρώμα στη σχέση του με τις τομές διαγωνίων, κύκλων, τριγώνων και τετραγώνων. Στη φάση που ακολουθεί η Ζούνη εστιάζει το ενδιαφέρον της στο εικαστικό αποτέλεσμα -οπτικές απάτες και χρώμα- που μπορεί να δημιουργεί μια δέσμη φωτός στην πρόσπτωσή της σε πολλά, κάθετα μεταξύ τους επίπεδα. Ένας τέτοιος εικαστικός προβληματισμός ερευνά συστηματικά γλυπτικές συνθέσεις-περιβάλλοντα και γενικότερα το χώρο της γλυπτικής. Οι δύο διαστάσεις του πίνακα που θα επανέλθουν στην τέχνη της Ζούνη από 1976, όπου όμως η προοπτική και τα χρώματα -τα βασικά και οι τονικές τους διαβαθμίσεις για τον τονισμό των πρώτων- η απόδοση της σκιάς και του φωτός χρησιμοποιούνται για να δημιουργήσουν χωρικές οφθαλμαπάτες, ψευδαισθητικούς χώρους άδειους και αχανείς, οι οποίοι μεταβάλλονται ανάλογα με τη θέση του θεατή. Γενικά ο αρχιτεκτονικός χώρος στις τρεις του διαστάσεις την απασχολεί στη συνέχεια τόσο σε τρισδιάστατες όσο και σε δισδιάστατες συνθέσεις. Η Ζούνη, μελετώντας το υλικό, το ρόλο της ύλης στη γλυπτική, έχει ασχοληθεί και με τις σειρές assemblages, που μπορεί να είναι τόσο γλυπτά στο χώρο όσο και επιτοίχιες συνθέσεις. Η καλλιτέχνιδα πιστεύει ότι η ψευδαίσθηση είναι εγγενές στοιχείο της τέχνης και γι' αυτό συνδυάζει τη γραμμική προοπτική με την οπτική απάτη που γεννά η αντανάκλαση του νερού, του καθρέφτη κ.ά. Συχνά οι προτάσεις της αφορούν την εικαστική αξιοποίηση ολόκληρων τοίχων ή τη δημιουργία Περιβαλλόντων. Στα πρόσφατα έργα της, από τις αρχές της δεκαετίας του '90 και έπειτα, η Ζούνη προσανατολίζει τους γεωμετρικούς χώρους της στη θέαση ενός κόσμου γεμάτου εκρήξεις χρωμάτων. Ανοίγματα στο προοπτικό βάθος τους αποκαλύπτουν ένα χώρο λουσμένο στις αποχρώσεις του φυτικού βασιλείου, του ουρανού ή των μεταβολών της ηλεκτρονικής εικόνας. Οι ανήσυχες και κοφτές πινελιές της αποδίδουν τις εναλλαγές του φωτός και της σκιάς. Με αυστηρούς οριζόντιους και κάθετους άξονες δομεί εννοιολογικά τοπία. Οι τελευταίες της δημιουργίες συσχετίζουν τον αντικειμενικό ορθολογισμό του παρελθόντος με ένα υποκειμενικό λυρισμό.

Χώρος ενός επιπέδου. Αναφορά στον ντε Κίρικο II, 1978
Ξύλο και πλαστικό , 150 x 225 εκ.

573 × 400 - "Η Τέχνη μέσα από τη Γεωμετρία"

670 × 670 - Λευκό βέλος – Πράσινος χώρος (2004), Ακρυλικό

Main topic

Η Πρώτη Μεταπολεμική γενιά

c1r

Οι ζωγράφοι που γεννήθηκαν στην δεύτερη εικοσαετία του 20ου αιώνα

Γαΐτης Γιάννης

r

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1923. O Γιάννης Γαΐτης είναι διεθνώς γνωστός για τα ριγέ "ανθρωπάκια" του που καταγγέλουν την ομοιομορφία, τη στειρότητα και την ισοπέδωση που συνεπάγεται ο σύγχρονος μαζικός τρόπος ζωής. Τα στυλιζαρισμένα “ανθρωπάκια” του, σύμβολα της αλλοτρίωσης και της μαζικοποίησης του σύγχρονου ανθρώπου, αποτελούν το σήμα κατατεθέν της καλλιτεχνικής του έκφρασης.

Μυταράς Δημήτρης

r

Ο Δημήτρης Μυταράς γεννήθηκε στη Χαλκίδα τo 1934. Αφετηρία της ζωγραφικής του υπήρξε από την αρχή της σταδιοδρομίας του η ανθρώπινη μορφή. Το σχέδιο είναι ελλειπτικό, αλλά δυναμικό. Το χρώμα παίζει έναν ισότιμο ρόλο. Προτιμά τα θερμά χρώματα, κυρίως κόκκινο και κίτρινο, τα οποία χρησιμοποιεί καθαρά και έντονα.

Φασιανός Αλέκος

r

Ο Αλέκος Φασιανός γεννήθηκε στην Αθήνα το 1935. ΈργοΤο χαρακτηριστικό ύφος του Φασιανού διαμορφώνεται στις αρχές της δεκαετίας του '60. Τρία βασικά θέματα έμειναν αναλλοίωτα στη διάρκεια της πορείας του: άνθρωπος, φύση, περιβάλλον. Η σπουδή του ελληνικού πολιτισμού και η ενασχόληση με τις γραφικές τέχνες και τη χαρακτική επηρέασαν και το ζωγραφικό του έργο

Κεσσανλής Νίκος

r

Ο Νίκος Κεσσανλής γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1930 Το 2000 φιλοτέχνησε το έργο Ουρά για τον Σταθμό του Μετρό στην Ομόνοια.Ο Νίκος Κεσσανλής γνωστότερος διεθνώς ως Nicos διακρίθηκε από νωρίς στις αφηρημένες τάσεις. Υπήρξε ένας από τους πρώτους και εγκυρότερους καλλιτέχνες της Mec-Art (μηχανική-φωτογραφική τέχνη), αξιοποιώντας τη φωτογραφία και άλλες τεχνικές αναπαράστασης.

Τέτσης Παναγώτης

r

Ο Παναγιώτης Τέτσης γεννήθηκε στην Ύδρα το 1925. Ο Παναγιώτης Τέτσης εξηγεί με πολύ γλαφυρό τρόπο τους λόγους που τον ώθησαν στο να ξεκινήσει την ενότητα: Τα ανθρώπινα τοπία του Παναγιώτη Τέτση«Μια και υπήρχαν και υπάρχουν φίλοι οι οποίοι δέχονται να μένουν καθηλωμένοι επί ώρες προς χάρη του ζωγράφου θα ήταν εθελοτύφλωση να μην ανταποκριθώ στην καλή τους πρόθεση• εξ άλλου η προσφορά αυτή δημιουργεί όχι διάλογο, όχι συνεργασία, αλλά συμμετοχή στο έργο που επιχειρεί ο ζωγράφος.

Aκριθάκης Αλέξης

r

Ένα αληθινό πανηγύρι για τα μάτια, που μεταμορφώνει το παν σ' έναν "προσωπικό μύθο" .Αληθινή συγκίνηση μέσα σ' ένα όργιο από χρώματα και σχήματα.Τόξα και καμπύλες Ζήτω ο Ακριθάκης. Όσοι έχουν μάτια ακούν κι όσοι έχουν αυτιά θα δούνε.

Τσόκλης Κώστας

r

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1930 Ο Τσόκλης, μαζί με πολλούς ακόμη καλλιτέχνες της γενιάς του που έζησαν την εποχή εκείνη στο εξωτερικό (όπως είναι ο Β. Κανιάρης, ο Ν. Κεσσανλής, ο Γ. Γαΐτης κ.ά.), μετέχει στους προβληματισμούς της σύγχρονης ευρωπαϊκής τέχνης, ενώ δεν θ αργήσει να παίξει και ο ίδιος ενεργό ρόλο στις νέες εξελίξεις της εικαστικής δημιουργίας. Ο Κώστας Τσόκλης είναι ένας από τους πιο σημαντικούς Έλληνες καλλιτέχνες που συνέβαλαν στο να μεταφερθούν στην Ελλάδα τα μηνύματα της σύγχρονης τέχνης. Στα έργα του υπάρχει μια υπόσχεση επικράτησης του Δικαίου.

Μίνως Αργυράκης

r

Ο Μίνως Αργυράκης (Σμύρνη, 1920 – Αθήνα, 26 Μαΐου 1998) ήταν έλληνας ζωγράφος, σκιτσογράφος και σκηνογράφος του θεάτρου.Έλαβε μαθήματα ζωγραφικής από τον Γιάννη Τσαρούχη, που ήταν προσωπικός του φίλος. Ο ίδιος επίσης ισχυρίζονταν πως υπήρξε μαθητής του Κόντογλου, του Θεόφιλου και του Παρθένη. Έκανε παρέα με άλλους πολύ γνωστούς συνομήλικούς του, όπως ο Γιάννης Μόραλης, ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, ο Μάνος Χατζιδάκις και ο Νίκος Γκάτσος.

Καρράς Χρίστος

r

Ο Χρίστος Καρράς γεννήθηκε στα Τρίκαλα Θεσσαλίας στις 9 Δεκεμβρίου 1930.Μετά από σύντομες σπουδές στο Πάντειο Πανεπιστήμιο (1948-1950), γράφεται στη Σχολή Καλών Τεχνών των Αθηνών (1951), παίρνει το δίπλωμά του (1955) και με υποτροφία του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών (1957) σπουδάζει φρέσκο στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού για τρία χρόνια. Στο Παρίσι μένει μέχρι το 1963. Συγχρόνως ταξιδεύει στο Βέλγιο, Ολλανδία, Ισπανία, Ιταλία και Αγγλία. Αργότερα πραγματοποιεί πολλά ταξίδια στη Βενετία, Βασιλεία, Κάσσελ, Βρυξέλλες και στο Βερολίνο, παρακολουθώντας τις μεγάλες διεθνείς εκθέσεις.

Σόρογκας Σωτήρης

r

Σωτήρης Σόρογκας (1936)Mια καλλιτεχνική παρουσία ευθύβολη και διακριτική, που κυριαρχεί με το δικό της, πηγαία προσωπικό ύφος στην εικαστική ζωή της χώρας, είναι ο ζωγράφος Σωτήρης Σόρογκας. Zωγράφος με καταβολές στην πιο στέρεη και διαχρονική μας παράδοση, της προσθέτει εδώ και δεκαετίες τη δική του εκδοχή του ελληνικού φωτός.

Οι Πρόγονοι

c2r

1η Γενιά – Αρχές του 20ου αιώναΟι ζωγράφοι που γεννήθηκαν στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα

Θεόφιλος Χατζημιχαήλ

r

Γεννήθηκε γύρω στο 1870 στη Βαρειά της Λέσβου. Η ζωή του ήτανε πολύ δύσκολη εξ αιτίας του κόσμου που τονε κορόϊδευε, επειδή γυρνούσε στους δρόμους ντυμένος τσολιάς.Η αφέλεια, η ειλικρίνεια, αλλά και ο ενθουσιασμός με τον οποίο αντιμετωπίζει την τέχνη, τον κάνουνε ιδανικό δάσκαλο για τα παιδιά. Η σοβαρότητα με την οποία καταπιάνεται, αλλά και το θάρρος στις λύσεις που προτείνει για τη ζωγραφική, τον κάνουνε ένα σοφό δάσκαλο για τους ζωγράφους. Ο συναρπαστικός αλλά και διδακτικός τρόπος ζωής του τον κάνουνε παραδειγματικό δάσκαλο για όλους μας.

Η ωραία Αδριάνα των Αθηνών, 1930
Αραιωμένο λάδι (;) σε μουσαμά , 92 x 43,7 εκ.

Κωνσταντίνος Παρθένης

r

Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1878 Η «ελληνικότητα» των έργων του, και η επίδραση του έργου στις κατοπινές γενεές ελλήνων ζωγράφων τον κατατάσσει στους προδρόμους και διαμορφωτές της «Γενιάς του '30».Ο Παρθένης δεν περιορίζεται μόνο στο να δίνει μερικά θέματα περισσότερο περιγραφικά, άλλα συνδυάζει με θαυμάσιο τρόπο, τα θερμά με τα ψυχρά χρώματα για να ολοκληρώσει καλύτερα την αίσθηση του έργου.

Αποθέωση του Αθανασίου Διάκου (1931)
Ελαιογραφία, 118 x 117 εκ.

Κωνσταντίνος Μαλέας

r

Μαλέας Κωνσταντίνος (1879 Κωνσταντινούπολη - 1928 Αθήνα)Απόφοιτος της Μεγάλης του Γένους Σχολής, σπούδασε αρχιτεκτονική στο Πολυτεχνείο της Κωνσταντινούπολης. Την περίοδο 1901 - 1908 έζησε στο Παρίσι, όπου παρακολούθησε μαθήματα ζωγραφικής κοντά στο νεοϊμπρεσιονιστή Henri Martin και φοίτησε στη Σχολή Διακοσμητικών Τεχνών. Παράλληλα ξεκίνησε την εκθεσιακή του δραστηριότητα. Επέστρεψε στην πατρίδα του και ταξίδεψε στην Εγγύς Ανατολή, ζωγραφίζοντας εντατικά (1908 - 1910). Το 1913 πήγε με την οικογένειά του στη Θεσσαλονίκη και την επόμενη χρονιά διορίστηκε αρχιμηχανικός του Δήμου, θέση στην οποία παρέμεινε ως το 1917, οπότε εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Στην πυρκαγιά του 1917 στη Θεσσαλονίκη καταστράφηκαν πολλά έργα του. Το 1918 ανέλαβε τη διεύθυνση του Μουσείου Λαϊκών Χειροτεχνημάτων και διορίστηκε μέλος του Καλλιτεχνικού Συμβουλίου της Εθνικής Πινακοθήκης. Το 1920 ταξίδεψε στη Σπάρτη, το Μυστρά, την Ολυμπία και τη Νάξο, και τον επόμενο χρόνο στο Θέρμο της Αιτωλίας, συνοδεύοντας τον αρχαιολόγο Κωνσταντίνο Ρωμαίο. Την περίοδο 1921 - 1923 έζησε και εργάστηκε στη Χίο και τη Μυτιλήνη και το 1923 τιμήθηκε με το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών. Ιδρυτικό μέλος της "Ομάδας Τέχνη", μετείχε στις εκθέσεις της, ενώ παρουσίασε έργα του και σε άλλες ομαδικές και σε συνολικά δέκα τρεις ατομικές εκθέσεις. Ένα χρόνο πριν το θάνατό του στα σαράντα εννέα του χρόνια, επισκέφτηκε το Παρίσι και το Μόναχο. Το 1936 εστάλησαν έργα του στην Μπιενάλε της Βενετίας. Αναδρομικές παρουσιάσεις του έργου του πραγματοποιήθηκαν το 1929 στο Ζάππειο και το 1980 στην Εθνική Πινακοθήκη. Εκτός από την καλλιτεχνική δημιουργία, δραστηριοποιήθηκε επίσης στην κατεύθυνση της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης και συνεργάστηκε με το Δημήτριο Γληνό, τον Αλέξανδρο Δελμούζο και το Μανόλη Τριανταφυλλίδη.Ανανεωτής της ελληνικής ζωγραφικής, έχοντας ως αφετηρία ιμπρεσιονιστικά και μεταϊμπρεσιονιστικά πρότυπα, απεικόνισε κατά κύριο λόγο τοπία, στα οποία κυριαρχούν η σχηματοποίηση και τα δυνατά, καθαρά χρώματα που χτίζουν σε ενότητες τη σύνθεση.

Καμμένη Σαντορίνης (π. 1918).
Λάδι σε μουσαμά, 50 εκ. x 56 εκ.

Νικόλαος Λύτρας

r

Λύτρας Νίκος (1883 Αθήνα - 1927 Αθήνα)Σπούδασε στο Σχολείο των Τεχνών (1902 - 1906), κοντά στον πατέρα του Νικηφόρο Λύτρα και το Γεώργιο Ιακωβίδη. Από το 1907 συνέχισε τις σπουδές του στην Ακαδημία του Μονάχου με δάσκαλο το Ludwig von Lofftz. Στη βαυαρική πρωτεύουσα ήρθε σε επαφή με το Γερμανικό Εξπρεσιονισμό και τις δημιουργίες της ομάδας Blaue Reiter. Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα το 1912, άρχισε να συμμετέχει στις εκθέσεις του Συνδέσμου Ελλήνων Καλλιτεχνών (1915, 1916, 1917, 1920, 1926), ενώ το 1919 εξέθεσε από κοινού με το γλύπτη Γρηγόριο Ζευγώλη. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της "Ομάδας Τέχνη". Το 1923 εξελέγη καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών. Μετά το θάνατό του οργανώθηκαν αναδρομικές εκθέσεις του έργου του στο Ζάππειο το 1929 και το 1936 στην Μπιενάλε της Βενετίας.Ο Νικόλαος Λύτρας, μαζί με τον Κωνσταντίνο Παρθένη και τον Κωνσταντίνο Μαλέα, θεωρούνται οι ανανεωτές της νεοελληνικής τέχνης των αρχών του 20ού αιώνα. Επηρέασε την εξέλιξη της ελληνικής ζωγραφικής χάρη τόσο στη διδασκαλία του στη Σχολή Καλών Τεχνών όσο και στο πρωτοποριακό του έργο. Προσωπογραφίες, τοπία και νεκρές φύσεις χτίζονται με πλατιές ελεύθερες πινελιές παχύρρευστου χρώματος και χειρονομιακή γραφή.

Το γαϊδουράκι
Λάδι σε μουσαμά , 88,7 x 66,2 εκ.

Γιώργος Μπουζιάνης

r

Μπουζιάνης Γιώργος (1885 Αθήνα - 1959 Αθήνα)Σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας από το 1897 έως το 1906, και στη συνέχεια, με ιδιωτική οικονομική υποστήριξη, μετέβη στη Γερμανία και φοίτησε στην Ακαδημία του Μονάχου με καθηγητή τον Otto Seitz, ενώ μαθήτευσε επίσης κοντά στους Walter Thor και Georg Schildknecht. To 1909 βρισκόταν στο Βερολίνο και γνωρίστηκε με τον Max Liebermann. Στο Μόναχο συνδέθηκε φιλικά με διάφορους καλλιτέχνες, ιδιαιτέρως δε με τον Heinz Waldmuller, ενώ ήδη από την εποχή των σπουδών του στην Αθήνα γνώριζε τον Giorgio de Chirico. Μετείχε στις εκθέσεις τόσο του Kunstverein όσο και του Glaspalast, και από το 1917, οπότε άρχισε να διαμορφώνεται σαφέστερα το εξπρεσιονιστικό του ιδίωμα, παρουσίαζε έργα του στην γκαλερί "Rithaler". Αργότερα θα εκθέσει στις γκαλερί "Thannhauser" του Μονάχου και "Barchfeld" της Λειψίας, στην Πινακοθήκη του Chemnitz (1927, μαζί με το γλύπτη Alexander Fischer), ενώ αξιοσημείωτη είναι και η συμμετοχή του το 1928 στην έκθεση της Neue Secession του Μονάχου, της οποίας ήταν μέλος. Στην πρωτεύουσα της Βαυαρίας θα παραμείνει έως το 1928, και στη συνέχεια, αφού επισκέφτηκε το 1929 τη Βιέννη, έζησε, έως το 1932, στο Παρίσι, όπου φιλοτέχνησε έναν μεγάλο αριθμό υδατογραφιών. Από την περίοδο αυτή προέρχεται και το Τετράδιο με τους Αφορισμούς, σημαντικό τεκμήριο για τη θεώρηση του καλλιτέχνη. Αφού επέστρεψε στο Μόναχο, όπου παρέμεινε για δύο χρόνια, εγκαταστάθηκε οριστικά πλέον στην Αθήνα - μετά από υπόσχεση να αναλάβει θέση στη Σχολή Καλών Τεχνών, η οποία όμως ουδέποτε πραγματοποιήθηκε - και το 1935 πήρε μέρος σε ομαδική έκθεση στην γκαλερί "Στούντιο". Το 1949, πραγματοποίησε τη μοναδική ατομική του έκθεση στην Ελλάδα στην αίθουσα του "Παρνασσού". Παρουσίασε ακόμη έργα του σε Πανελλήνιες (1938, 1939, 1952), στις εκθέσεις της ομάδας "Στάθμη" (1951 - 1953), της "Ομάδας των Πέντε" (1957), ενώ μετείχε και σε εκθέσεις στο Έρλανγκεν (1952) και τη Ρώμη (1953). Το 1950 πήρε μέρος στην Μπιενάλε της Βενετίας και το 1956 τιμήθηκε με το Ελληνικό Βραβείο του διεθνούς διαγωνισμού Guggenheim. Μετά το θάνατό του ο σύλλογος "Οι φίλοι του Μπουζιάνη" διοργάνωσε πολλές εκθέσεις και εκδηλώσεις για το έργο του. Το 1977 πραγματοποιήθηκε αναδρομική έκθεση του καλλιτέχνη στην Εθνική Πινακοθήκη.Ο σημαντικότερος έλληνας εξπρεσιονιστής ζωγράφος, διαμόρφωσε το χαρακτήρα της τέχνης του στη Γερμανία την εποχή που στο καλλιτεχνικό προσκήνιο βρίσκονταν πρωτοποριακές ομάδες, όπως η "Γέφυρα" (Die Brucke) και ο "Γαλάζιος Καβαλάρης" (Der Blaue Reiter), όντας ο ίδιος μέλος της Neue Secession και της Neue Gruppe. Η νεκρή φύση, το τοπίο, αλλά κυρίως η προσωπογραφία και, εν γένει, η ανθρώπινη μορφή αποτελούν τους κύριους θεματικούς άξονες της ζωγραφικής του, όπου το χρώμα αναδεικνύεται σε βασικό δομικό στοιχείο και αυτόνομη αξία. Το έργο του, ακολουθώντας μια αντιρεαλιστική αντίληψη, αντίκειται σε οποιαδήποτε έννοια ωραιοποίησης, γίνεται φορέας συναισθηματικών καταστάσεων και προοιωνίζει την αφαίρεση.

Άνθη, π. 1916 - 1917
Λάδι σε χαρτόνι , 65 x 53,5 εκ.

Θεόφραστος Τριανταφυλλίδης

r

Τριανταφυλλίδης Θεόφραστος (1881 Σμύρνη - 1955 Αθήνα)Μαθητής του Γεώργιου Ιακωβίδη στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας (1900 - 1907), σπούδασε στη συνέχεια στην Ακαδημία του Μονάχου με δάσκαλο το Ludwig von Lofftz και στο Παρίσι στο εργαστήριο του Desire Lucas. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1913. Εξέθεσε με την "Ομάδα Τέχνη" (1919, 1930, 1931, 1933).Στη θεματογραφία τού έργου του εντάσσονται κυρίως σκηνές της καθημερινής ζωής, νεκρές φύσεις, προσωπογραφίες και τοπία, που διακρίνονται για τη βαθιά τους εσωτερικότητα και τη μελαγχολική τους διάθεση, ενώ τα τελευταία χρόνια της δημιουργίας του τον απασχόλησαν θρησκευτικά θέματα. Από τους κορυφαίους ζωγράφους του πρώτου μισού του 20ού αιώνα, αξιοποίησε ιμπρεσιονιστικά και εξπρεσιονιστικά στοιχεία.

Δύο παιδιά στην παραλία, 1919
Λάδι σε μουσαμά , 54,5 x 75 εκ.

Ουμβέρτος Αργυρός

r

Αργυρός Ουμβέρτος (1884 Καβάλα - 1963 Αθήνα)Σπούδασε αρχικά στη Σχολή Καλών Τεχνών (1900-1904) κοντά στον Νικηφόρο Λύτρα και τον Γεώργιο Ροϊλό και, με Αβερώφειο υποτροφία, συνέχισε τις σπουδές του στην Ακαδημία του Μονάχου (1907-1911), με καθηγητές τους Otto Seitz, Ludwig von Lofftz και Karl von Marr. Στη βαυαρική πρωτεύουσα παρέμεινε ως το 1929, κάνοντας στο ενδιάμεσο ένα μεγάλο εκπαιδευτικό ταξίδι σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, καθώς και στην Κωνσταντινούπολη, την Ιερουσαλήμ, την Αίγυπτο, το Άγιον Όρος και την Αθήνα, για να μελετήσει κυρίως την παράδοση της αγιογραφίας.Το 1929 εξελέγη καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, διατηρώντας τη θέση αυτή ως το 1953. Στη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου και κατά παραγγελία της κυβέρνησης πήγε στο μέτωπο και απεικόνισε πολλές μάχες. Για το έργο του αυτό τιμήθηκε το 1952 με το Εθνικόν Αριστείον Γραμμάτων και Τεχνών της Ακαδημίας Αθηνών, της οποίας έγινε μέλος το 1959.Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Μόναχο έλαβε μέρος σε πολλές εκθέσεις του Glaspalast, καθώς και σε ομαδικές σε διάφορες πόλεις της Ευρώπης, ενώ το 1925 οργάνωσε στον Παρνασσό την πρώτη του ατομική. Παρουσίασε επίσης το έργο του στη Μπιενάλε της Βενετίας το 1934 και το 1936, σε ομαδικές και σε Πανελλήνιες.Στη ζωγραφική του ασχολήθηκε αρχικά με μυθολογικά και συμβολικά θέματα, ενώ αργότερα καταπιάστηκε με σκηνές της καθημερινής ζωής, τοπία, προσωπογραφίες και γυμνά σε εσωτερικούς χώρους. Ακολουθώντας στα πρωιμότερα έργα του ένα νατουραλιστικό ύφος, υιοθέτησε αργότερα τις υπαιθριστικές αντιλήψεις της εποχής του, ενώ στα γυμνά του διακρίνεται μία διάθεση για αισθησιακή και ευχάριστη απόδοση.

Κοντά στο παράθυρο, 1926
Λάδι σε μουσαμά , 100 x 85 εκ.

Γιώργος Γουναρόπουλος

r

Γουναρόπουλος Γεώργιος (1890 Σωζόπολη Βουλγαρίας - 1977 Αθήνα)Το 1906 ήρθε στην Ελλάδα, όπου σπούδασε ζωγραφική στη Σχολή Καλών Τεχνών (1907-1912) με καθηγητές τους Σπύρο Βικάτο, Δημήτριο Γερανιώτη, Γεώργιο Ροϊλό και Γεώργιο Ιακωβίδη. Έχοντας κερδίσει την Αβερώφειο υποτροφία, πήγε το 1919 στο Παρίσι, όπου ολοκλήρωσε τις σπουδές του στις Ακαδημίες Julian και Grande Chaumiere.Κατά τη διάρκεια της παραμονής του τη γαλλική πρωτεύουσα έλαβε μέρος σε παρισινά σαλόνια και τo 1926 παρουσίασε την πρώτη του ατομική έκθεση στη γκαλερί Vavin-Raspail. Στην Αθήνα, όπου επέστρεψε οριστικά το 1931, εξέθεσε για πρώτη φορά το 1924, ενώ η ατομική έκθεση που οργάνωσε το 1929 στη γκαλερί Στρατηγοπούλου επικρίθηκε από τους οπαδούς της ακαδημαϊκής τεχνοτροπίας αλλά έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από τους νέους κριτικούς. Η εκθεσιακή του δραστηριότητα συνεχίστηκε με διοργανώσεις ατομικών και συμμετοχές σε Πανελλήνιες, σε εκθέσεις των ομάδων "Τέχνη" και "Στάθμη" και σε διεθνείς, όπως οι Μπιενάλε του Σάο Πάολο το 1959 και της Αλεξάνδρειας το 1963. Το 1958, εκπροσωπώντας την Ελλάδα, τιμήθηκε με το διεθνές βραβείο Guggenheim, ενώ το 1975 το έργο του παρουσιάστηκε σε αναδρομική έκθεση στην Εθνική Πινακοθήκη. Από το 1979 το σπίτι του στου Ζωγράφου λειτουργεί ως Μουσείο Γουναρόπουλου, μετά από δωρεά της οικογένειάς του.Η καλλιτεχνική του δημιουργία περιλαμβάνει επίσης εικονογραφήσεις ποιητικών συλλογών, την τοιχογραφική διακόσμηση της αίθουσας συνεδριάσεων του Δημοτικού Συμβουλίου στο Δημαρχείο της Αθήνας με σκηνές εμπνευσμένες από τη μυθολογία και την ιστορία της πόλης (1937-1939) και την αγιογράφηση του παρεκκλησίου της Αγίας Τριάδας του Δημοτικού Νοσοκομείου Βόλου (1951).Ξεκινώντας από την ακαδημαϊκή τεχνοτροπία και έχοντας γνωρίσει τα διδάγματα του ιμπρεσιονισμού και του Cezanne, κατέληξε σε ένα προσωπικό σουρεαλιστικό ύφος, στο οποίο οι γραμμικά αποδιδόμενες μορφές είναι εμπνευσμένες από τις αρχαίες ληκύθους και περιβάλλονται από μια ατμόσφαιρα ονειρική και γεμάτη λυρισμό, όπου σημαντικό ρόλο παίζει το παιχνίδι της σκιάς και του φωτός.

Ψάρι που τρυπά άλογο και γυναικεία μορφή πάνω σε βράχο, π. 1937 Λάδι σε κόντρα-πλακέ , 125 x 119 εκ.

Σπύρος Παπαλουκάς

r

Παπαλουκάς Σπύρος (1892 Δεσφίνα Παρνασσίδας - 1957 Αθήνα)Σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών (1909-1916) με καθηγητές τους Σπύρο Βικάτο, Δημήτριο Γερανιώτη, Γεώργιο Ιακωβίδη, Στέφανο Λάντσα, Γεώργιο Ροϊλό και Παύλο Μαθιόπουλο, κερδίζοντας επτά πρώτα βραβεία κατά τη διάρκεια της φοίτησής του. Tο 1917 πήγε στο Παρίσι, όπου συνέχισε τις σπουδές του στις Ακαδημίες Julian και Grande Chaumiere, σταμάτησε όμως το 1921 για να λάβει μέρος στη Μικρασιατική Εκστρατεία ως πολεμικός ζωγράφος, μαζί με τον Περικλή Βυζάντιο και τον Παύλο Ροδοκανάκη. Τα έργα που ζωγράφισε εκεί παρουσιάστηκαν το 1922 στο Ζάππειο, χάθηκαν όμως στη συνέχεια στην καταστροφή της Σμύρνης.Την περίοδο 1923-1924 έμεινε στο Άγιον Όρος, όπου μελέτησε τη φύση και τη βυζαντινή τέχνη και ζωγράφισε μια σειρά από πίνακες που εξέθεσε στο τέλος του 1924 στη Θεσσαλονίκη. Έχοντας κερδίσει το 1926 στο διαγωνισμό για την αγιογράφηση της Μητρόπολης της Άμφισσας, ολοκλήρωσε τη διακόσμηση του ναού από το 1927 ως το 1932, ενώ την περίοδο 1932-1933 χρωμάτισε μία πολυκατοικία στα Εξάρχεια, γνωστή από τότε σαν "Μπλε πολυκατοικία". Η δραστηριότητά του ως αγιογράφου και διακοσμητού συνεχίστηκε με εικονογραφήσεις άλλων ναών και με τη διακόσμηση του Αρχαιολογικού Μουσείου Ηρακλείου, ενώ από το 1926 είχε αρχίσει να ασχολείται και με τη σκηνογραφία, φιλοτεχνώντας σκηνικά για παραστάσεις του Εθνικού, του θεάτρου Κοτοπούλη κ.ά.Δίδαξε ελεύθερο και διακοσμητικό σχέδιο στη Βιοτεχνική Σχολή από το 1925, διακοσμητικές τέχνες στη Σιβιτανίδειο από το 1936, ενώ το 1940 διορίστηκε διακοσμητής στην Πολεοδομική Υπηρεσία του Υπουργείου Διοικήσεως Πρωτευούσης και στις Τεχνικές Υπηρεσίες του Δήμου Αθηναίων. Ταυτόχρονα ανέλαβε τη διεύθυνση της Δημοτικής Πινακοθήκης. Από το 1943 ως το 1951 δίδαξε ελεύθερο σχέδιο στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Ε.Μ.Π., ενώ το 1956 εξελέγη καθηγητής στο εργαστήριο ζωγραφικής της Σχολής Καλών Τεχνών.Την περίοδο 1935-1937 εξέδιδε, μαζί με τον Στρατή Δούκα, τον Νίκο Χατζηκυριάκο - Γκίκα, τον Δημήτρη Πικιώνη και τον Σωκράτη Καραντινό, το πρωτοποριακό περιοδικό "Το Τρίτο Μάτι". Ιδρυτικό μέλος της "Ομάδας Τέχνη" και μέλος του Συνδέσμου Ελλήνων Καλλιτεχνών, έλαβε μέρος στις εκθέσεις τους, σε ομαδικές στην Ελλάδα και το εξωτερικό, καθώς και σε Πανελλήνιες. Το 1976 το έργο του παρουσιάστηκε σε αναδρομική έκθεση στην Εθνική Πινακοθήκη και το 1982 στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων.Ασχολήθηκε με την προσωπογραφία και τη νεκρή φύση, επίκεντρο όμως της ζωγραφικής του αποτέλεσε το τοπίο, το οποίο απεικόνισε έχοντας αφομοιώσει τα διδάγματα της βυζαντινής τέχνης αλλά και των μεταϊμπρεσιονιστικών τάσεων, ιδιαίτερα του Gauguin, των Nabis και των Πουαντιγιστών. Στις προσωπογραφίες του υιοθέτησε διάφορες τεχνοτροπίες, ενώ στις αγιογραφίες του προσπάθησε να συνδυάσει τους παραδοσιακούς βυζαντινούς τύπους με στοιχεία σύγχρονων καλλιτεχνικών ρευμάτων.

Καμένο Χωριό Μυτιλήνης, π. 1925
Λάδι σε μουσαμά , 59 x 51,5 εκ.

Μιχάλης Οικονόμου

r

Οικονόμου Μιχάλης (1884 Πειραιάς - 1933 Αθήνα)Εκδηλώνοντας από νεαρή ηλικία το ταλέντο του στη ζωγραφική, πήρε τα πρώτα μαθήματα στον Πειραιά από τον Κωνσταντίνο Βολανάκη. Το 1906 πήγε στο Παρίσι με σκοπό να σπουδάσει ναυπηγική, η επαφή του όμως με τα καλλιτεχνικά ρεύματα που κυριαρχούσαν την εποχή εκείνη στη γαλλική πρωτεύουσα και η γνωριμία του με τον Περικλή Βυζάντιο, τον Juan Gris και άλλους ζωγράφους τον έκαναν να στραφεί στη Σχολή Καλών Τεχνών.Στο Παρίσι, όπου παρέμεινε ως το 1926, έκανε το 1913 την πρώτη ατομική του εμφάνιση στη γκαλερί Bernheim. Παράλληλα συμμετείχε σε ομαδικές εκθέσεις στη γαλλική πρωτεύουσα, το Λονδίνο και την Αθήνα. Στην Ελλάδα οργάνωσε για πρώτη φορά ατομική το 1926 στον Παρνασσό, συνεχίζοντας να εργάζεται και να παρουσιάζει έργα του σε ομαδικές εκθέσεις ως το 1933, που πέθανε στο Δρομοκαΐτειο. Το 1961 οργανώθηκε αναδρομική παρουσίαση των έργων του στη γκαλερί Αρμός.Επίκεντρο της ζωγραφικής του αποτέλεσε το τοπίο. Απομονωμένα σπίτια στην άκρη της θάλασσας, βάρκες και εκκλησάκια τυλιγμένα σε μια ονειρική και ρομαντική ατμόσφαιρα υπήρξαν από τα πιο προσφιλή του θέματα. Το ύφος του είναι επηρεασμένο από τη ζωγραφική των Νabis και των Συνθετιστών, για να φτάσει δε στο επιθυμητό αποτέλεσμα χρησιμοποιούσε όχι μόνο μουσαμά και χαρτόνι αλλά και φανέλλες, παλιά σεντόνια, τη γυαλιστερή πλευρά από μουσαμά κουζίνας, ακόμη και κουρελόπανα στα οποία σκούπιζε τα πινέλα του.

Το σπίτι του ψαρά
Λάδι σε χαρντ μπορντ , 40,5 x 69,5 εκ.

Γεράσιμος Στέρης

r

Στέρης Γεράσιμος (1898 Διγαλέτο Κεφαλλονιάς - 1987 Νέα Υόρκη)Αποφοίτησε από το Ελληνογαλλικό Λύκειο της Αλεξάνδρειας, όπου είχε μεταναστεύσει η οικογένειά του. Το 1915 ενεγράφη στο τρίτο έτος της Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας και παρακολούθησε μαθήματα έως το 1917, κοντά στο Δημήτριο Γερανιώτη και το Γεώργιο Ιακωβίδη. Περιηγήθηκε την Ευρώπη και έως το 1926 διέμεινε στο Παρίσι. Εκεί συναναστράφηκε καλλιτέχνες όπως ο Picasso και ο Derain, και σπούδασε πιθανόν σε ελεύθερες ακαδημίες. Επέστρεψε στην Ελλάδα, πήρε το πτυχίο του από τη Σχολή Καλών Τεχνών και ταυτόχρονα τριετή υποτροφία του Κληροδοτήματος Βόλτου για το Παρίσι, όπου εγκαταστάθηκε έως το 1930. Σπούδασε φιλοσοφία και ψυχολογία στη Σορβόννη και τοιχογραφία και αρχιτεκτονική εσωτερικών χώρων στη Σχολή Καλών Τεχνών. Στο Παρίσι, όπου είχε δικό του ατελιέ, γνώρισε και τον ιδιοκτήτη γκαλερί Μανόλη Σεγρεδάκη, ο οποίος έγινε ο κύριος υποστηρικτής του έργου του. Το 1931, έχοντας ήδη εγκατασταθεί στην Ελλάδα, παρουσίασε την πρώτη του ατομική έκθεση, που δίχασε την κριτική. Σε απάντηση αρνητικού άρθρου του Ζαχαρία Παπαντωνίου, δέκα επτά διανοούμενοι και κριτικοί υποστήριξαν την έκθεση. Τα "18 κριτικά άρθρα γύρω από μια έκθεση", με υπογραφές, μεταξύ άλλων, των Φώτου Πολίτη, Σπύρου Μελά, Δημήτρη Πικιώνη, Στρατή Δούκα, Χρήστου Καρούζου, θεωρούνται το μανιφέστο του εικαστικού μοντερνισμού στην Ελλάδα. Το 1932 συνεργάστηκε με τον Πικιώνη για τα σκηνικά παραστάσεων στο θέατρο "Κεντρικόν" της Αθήνας και από το Μάιο του 1935 εργάστηκε με το Φώτη Κόντογλου στις αναστυλώσεις του Μυστρά. Το 1935 εγκαταστάθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες και πραγματοποίησε ατομική έκθεση στη Νέα Υόρκη. Από το 1937 συνεργάστηκε με μεγάλες αμερικανικές εταιρείες παραγωγής κινηματογραφικών ταινιών για το σχεδιασμό εντύπων και αφισών. Παράλληλα ταξίδεψε στην αμερικανική ήπειρο με το όνομα George de Steris. Το 1939 τέσσερις μεγάλες τοιχογραφίες του με θέμα την ιστορία της Ελλάδας κόσμησαν το ελληνικό περίπτερο στη Διεθνή Έκθεση της Νέας Υόρκης. Το 1949 πολιτογραφήθηκε Αμερικανός με το όνομα Guelfo Ammon d' Este. Μεταξύ των ετών 1950 και 1965 παρέδωσε μαθήματα ζωγραφικής και εικονογράφησε τον καθεδρικό ναό της Νέας Υόρκης και την εκκλησία της Αγίας Τριάδας στο Lowen της Μασαχουσέτης. Από το 1965 έως το 1975 δίδαξε στο Traphagen School. Την πενταετία 1980 - 1985 εγκαταστάθηκε με τη γυναίκα του Anna Vassalo Savino στη Νίκαια της Γαλλίας. Το 1985 επέστρεψε στη Νέα Υόρκη. Το 1988 η σύζυγός του μετέφερε την τέφρα του στην ιδιαίτερη πατρίδα του.Αν και τα ίχνη του είχαν χαθεί για την Ελλάδα από τις αρχές της δεκαετίας του 1950, πραγματοποιήθηκαν εκθέσεις έργων του ("Νέες Μορφές" 1969, Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρεία "Τέχνη" 1970, "Τρίτο Μάτι" 1978). Παρουσιάσεις του έργου του οργανώθηκαν επίσης στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου (1980) και στην Εθνική Πινακοθήκη (1982). Το 1991 η Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης οργάνωσε τιμητική - αναδρομική έκθεση, η οποία μεταφέρθηκε και στην Αθήνα, στο Μέγαρο Μελά (1992).Θεωρείται πρόδρομος του ελληνικού Μοντερνισμού. Η θεματική και πλαστική ελευθερία της ζωγραφικής του, οι συμβολικές προεκτάσεις και οι αναφορές του στη μεταφυσική τέχνη δημιούργησαν τομή στην εικαστική πραγματικότητα της Ελλάδας του Μεσοπολέμου. Από την αφαιρετική φόρμα των πρώτων του δημιουργιών οδηγήθηκε σε μια ρεαλιστικότερη γραφή με διακοσμητική διάθεση στα έργα που φιλοτέχνησε στην Αμερική.

Ομηρικό ακρογιάλι, π. 1930
Λάδι σε μουσαμά , 52 x 63 εκ.

Φώτης Κόντογλου

r

Κόντογλου Φώτης (1896 Αϊβαλί Μικράς Ασίας - 1965 Αθήνα)Ορφανός από πατέρα, καθιέρωσε το επώνυμο της μητέρας του αντί του πατρικού του ονόματος "Αποστολέλλης". Φοίτησε στο γυμνάσιο των Κυδωνιών. Το 1913 γράφτηκε στην τρίτη τάξη της Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας, δύο χρόνια όμως αργότερα διέκοψε τις σπουδές του και, αφού ταξίδεψε σε διάφορες χώρες, εγκαταστάθηκε έως το 1919 στο Παρίσι, όπου και έγραψε το βιβλίο του Pedro Cazas. Επέστρεψε στην πατρίδα του και δίδαξε γαλλική γλώσσα και καλλιτεχνικά μαθήματα στο γυμνάσιο. Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή κατέφυγε ως πρόσφυγας στη Μυτιλήνη και στη συνέχεια στην Αθήνα και εργάστηκε για το Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ελευθερουδάκη. Το 1923 ταξίδεψε στο Άγιο Όρος και ήλθε σε επαφή με τη βυζαντινή ζωγραφική. Την ίδια χρονιά εξέθεσε με τον Κωνσταντίνο Μαλέα και παρουσίασε έργα του στο Λύκειο των Ελληνίδων στην Αθήνα. Εργάστηκε ως συντηρητής στο Βυζαντινό Μουσείο της Αθήνας (1930), στο Κοπτικό Μουσείο του Καΐρου (1933) και στο Μουσείο της Κέρκυρας (1934 - 1935), ενώ από το 1936 δούλεψε για τη συντήρηση και τον καθαρισμό των τοιχογραφιών της Περίβλεπτου στο Μυστρά. Το 1932, με βοηθούς το Γιάννη Τσαρούχη και το Νίκο Εγγονόπουλο, ζωγράφισε με την τεχνική της νωπογραφίας τις τοιχογραφίες του σπιτιού του, που σήμερα βρίσκονται στην Εθνική Πινακοθήκη, και το 1933 πήρε το δίπλωμά του από τη Σχολή Καλών Τεχνών. Συμμετείχε σε Πανελλήνιες Καλλιτεχνικές Εκθέσεις (1938, 1948, 1957), στην Μπιενάλε της Βενετίας του 1934 και στη Β΄ Μπιενάλε της Αλεξάνδρειας (1957). Στα 1937 - 1939 φιλοτέχνησε κατά τη βυζαντινή τεχνοτροπία τις τοιχογραφίες του Δημαρχείου της Αθήνας. Το 1960 τιμήθηκε με το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για το δίτομο βιβλίο του Έκφρασις, ήγουν ιστόρησις της παντίμου ορθοδόξου αγιογραφίας, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις "Αστήρ", καθώς και με τον Ταξιάρχη του Φοίνικος, ενώ το 1965 έλαβε το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών της Ακαδημίας Αθηνών. Αγιογράφησε πολλές εκκλησίες, μεταξύ των οποίων και την Καπνικαρέα στην Αθήνα (1942 - 1953), ιστόρησε μεγάλο αριθμό φορητών εικόνων, ενώ ασχολήθηκε επίσης με την εικονογράφηση και τη συγγραφή βιβλίων. Αναδρομικές παρουσιάσεις του έργου του διοργανώθηκαν από την Εθνική Πινακοθήκη (1978), το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων (1983) και το Μακεδονικό Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης (1986).Έχοντας ως γνώμονα των καλλιτεχνικών του αναζητήσεων τη βυζαντινή και τη λαϊκή ζωγραφική, αλλά και μελετώντας δημιουργίες παλαιότερων περιόδων, όπως τα πορτρέτα του Φαγιούμ, αναδείχτηκε με το έργο του σε βασικό υποστηρικτή του αιτήματος της αυθεντικότητας της ελληνικής έκφρασης, ενώ καθοριστική κρίνεται η συμβολή του στη διαμόρφωση της νεότερης εκκλησιαστικής ζωγραφικής.

Η Ελλάδα των τριών κόσμων, 1923
Λάδι σε μουσαμά , 31,5 x 43 εκ.

Η γενιά του Μεσοπολέμου

r

Οι ζωγράφοι που γεννήθηκαν στην πρώτη εικοσαετία του 20ου αιώνα

ΑΛΕΚΟΣ ΚΟΝΤΟΠΟΥΛΟΣ

r

1905-1975Πιστός στη ρεαλιστική απεικόνιση αρχικά, πρωτοπόρος στην ανεικονική τέχνη αργότερα, συντέλεσε αποφασιστικά στη διάδοση της αφηρημένης τέχνης στην Ελλάδα που τόσο αγάπησε.

ΣΠΥΡΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

r

1902-1985Η πλούσια καλλιτεχνική διαδρομή του Σπύρου Βασιλείου σημαδεύεται από την προσήλωσή της στην ανάδειξη του ιδιαίτερου χαρακτήρα μιας εθνικής τέχνης και την πρόθεσή της να προσεγγίσει σύγχρονα καλλιτεχνικά ρεύματα αντλώντας από τα διδάγματα της ελληνικής κληρονομιάς.

ΑΔΑΜΑΝΤΙΟΣ ΔΙΑΜΑΝΤΗΣ

r

1900-1907Η τέχνη του δεν είναι καθόλου ηθογραφική και περιγραφική αλλά αντίθετα χαρακτηρίζεται από μια βαθιά εσωτερικότητα με πνευματικές διαστάσεις , αφαιρετική και εξπρεσιονιστική με συμβολισμούς και έντονα στοιχεία κυβισμού. Επίδραση στο ύφος του ζωγράφου ασκεί και η βυζαντινή τέχνη του νησιού , την οποία μελετά με ιδιαίτερο ενδιαφέρον μέσα από τις αγιογραφίες . Η πρώτη περίοδος του έργου του αρχίζει με τοπιογραφίες ενώ αργότερα κυριαρχεί η ανθρώπινη μορφή . Έντονη είναι η προσπάθεια του για απεικόνιση του εσωτερικού χαρακτήρα των μορφών του καθώς και της ατμόσφαιρας της όλης σκηνής που περιβάλλει τις μορφές. Η γυναίκα και η μητρότητα είναι από τα αγαπημένα του θέματα με πολλούς συμβολισμού , γυναίκα-Μάνα, γυναίκα-Παναγιά, γυναίκα-Γη.

ΝΙΚΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ

r

1909-1986Ο Νικολάου θεωρείται ως ένας από τους κορυφαίους έλληνες ζωγράφους του 20ού αιώνα. Οι πίνακές του — ιδιαιτέρως τα γυμνά και οι προσωπογραφίες — συνδυάζουν το σύγχρονο εξπρεσιονισμό με την αρχαία ελληνική και αιγυπτιακή παράδοση, την αγγειογραφία και τα Φαγιούμ. Παρομοίως λιτές και εκφραστικές είναι και οι τοπιογραφίες του. Ο ίδιος έχει γράψει σχετικά: «Τη φύση την είδα μέσα από μια ιδέα που σχημάτισα βλέποντας τους Έλληνες.»

ΝΙΚΟΣ ΧΑΤΖΗΚΥΡΙΑΚΟΣ ΓΚΙΚΑΣ

r

1906-1994Εκτός από τη ζωγραφική, όπου είχε μεγάλη και πολύ σημαντική παραγωγή, ο Γκίκας ασχολήθηκε με τη γλυπτική, τη χαρακτική, τη σκηνογραφία και την εικονογράφηση βιβλίων αλλά και την κριτική τέχνης. Συνέγραψε βιβλία, άρθρα και μελέτες για την Αρχιτεκτονική και την Αισθητική, καθώς και δοκίμια για την ελληνική τέχνη. Η Ύδρα των παιδικών του χρόνων έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της αισθητικής του, καθώς του επέτρεψε να συνδυάσει στοιχεία γεωμετρικού κυβισμού, αρχιτεκτονικής και φωτός. Ο ίδιος είχε δηλώσει ότι επηρεάστηκε βαθύτατα από το έργο του Ματίς, αλλά σημαντική ήταν, επίσης, η επίδραση των Μπρακ και Πικάσσο. Σήμερα αναγνωρίζεται ως ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες καλλιτέχνες της εποχής του.

ΔΙΑΜΑΝΤΗΣ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ

r

1914-1994Ο Διαμαντόπουλος θεωρείται πιο «Ευρωπαίος» στο έργο του από τους έλληνες ζωγράφους της εποχής του, αν και πολλοί τον κατατάσσουν στην ελληνοκεντρική «Γενιά του Τριάντα». Στο έργο του απεικόνισε την ανθρώπινη φιγούρα — κυρίως τους ανθρώπους του καθημερινού μόχθου — με σχήματα αδρά, σχεδόν πρωτόγονα, και χρώματα άλλοτε πιο σκοτεινά και άλλοτε πιο φωτεινά. Οι πίνακες του Διαμαντόπουλου διακρίνονται για την αποποίηση κάθε κλασικής έκφρασης και την παρουσίαση της ανθρώπινης μορφής με μια ξεχωριστή ποιητικότητα και μουσικότητα. Λόγω αυτής της ιδιαιτερότητας στο ύφος, ορισμένοι έλληνες τεχνοκριτικοί έφθασαν στο σημείο να συγκρίνουν τον Διαμαντόπουλο με άλλους πολύ σημαντικούς ζωγράφους σαν τον Σεζάν, τον Πικάσσο, τον Κλέε, κ.ά. Έστω κι αν αυτή η σύγκριση θεωρηθεί κάπως υπερβολική, σίγουρα στον ελληνικό χώρο, μπορεί κανείς να μιλά για την μοναδική «περίπτωση Διαμαντόπουλου».

ΝΙΚΟΣ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ

r

1910-1985Θεωρείται ο κυριότερος εκπρόσωπος του σουρεαλιστικού πνεύματος στη νεοελληνική τέχνη, και από τους σημαντικότερους εκφραστές του στο χώρο της ελληνικής ποίησης. Η υιοθέτηση της σουρεαλιστικής οπτικής, την οποία θεωρούσε εξίσου αντινατουραλισπκή με τη βυζαντινή τέχνη, έδωσε στις συνθέσεις του ένα χαρακτήρα ανορθόδοξο, συγκινησιακά φορτισμένο και συχνά παρωδιακό. Βασικές αφετηρίες για τη διαμόρφωση της ζωγραφικής γλώσσας του υπήρξαν η μαθητεία του κοντά στον Κ. Παρθένη -ο οποίος τον μύησε στην έννοια των αναζητήσεων του ιμπρεσιονισμού και στον P. Cézanne-, η θητεία του στην τεχνική του Φ. Κόντογλου, και κυρίως η επαφή του με την ποίηση του Α. Εμπειρίκου και την Pittura Metafisica (1911-1917) του G. de Chirico, ο οποίος έχει δείξει ένα ανάλογο με τον Εγγονόπουλο ενδιαφέρον για τη δημιουργία μιας μοντέρνας μυθολογίας, εμπνευσμένης από μορφές και τύπους της παράδοσης.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΟΡΑΛΗΣ

r

1916-2009Προσωπικός δημιουργός, ο Μόραλης έχει προσφέρει πολλά στην καλλιτεχνική δημιουργία του τόπου και της εποχής μας, καθώς δεν περιορίζεται μόνο στις αναζητήσεις και στις κατακτήσεις του, τον πλούτο της εκφραστικής του γλώσσας και την ποιότητα των διατυπώσεων του αλλά κατορθώνει να φτάσει σε μια προσωπική και γόνιμη σύνθεση τύπων της αρχαίας ελληνικής τέχνης και χαρακτηριστικών της νεότερης (κλασικής λιτότητας και αφαιρετικών τύπων), όπου συνδυάζεται η έμφαση στις πλαστικές αξίες με τη χρωματική ευγένεια και η μελετημένη απόδοση του χώρου με την περισσότερο ρυθμική οργάνωση του συνόλου. Αφετηρίες της καλλιτεχνικής δημιουργίας του Μόραλη είναι η οπτική πραγματικότητα και καθοριστικό του θέμα η ανθρώπινη μορφή.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΣ

r

1912-1990Ο Γιάννης Σπυρόπουλος υπήρξε ένας μοναχικός καλλιτέχνης. Με την έννοια ότι δια των επί μία πεντηκονταετία εικαστικών του αναζητήσεων διαμόρφωσε στην Ελλάδα ένα προσωπικό σύμπαν αφαιρετικής τέχνης που ήταν εκ των πραγμάτων αδύνατον να δημιουργήσει άμεσους μιμητές στη χώρα. Αδύνατον, διότι ο ίδιος με το έργο του εγκαθίδρυσε εν Ελλάδι τα αγεωγράφητα όρια της αφαιρετικότητας ή, πιο σωστά: τα όρια της όποιας μετάβασης από το αληθοφανές στο αφαιρετικό. Προς το τέλος της δεκαετίας του πενήντα, ο καλλιτέχνης βαθμιαία αδιαφορεί για τις σαφείς αναφορές στο πραγματικό και αντιθέτως, προσδίδει όλο και μεγαλύτερη αυτονομία στις χρωματικές του επιφάνειες. Από την εποχή αυτή και μετά, ο Σπυρόπουλος με πραγματικό πάθος δημιουργεί τη ζωγραφική με την οποία κατοχυρώνεται δια παντός στη συνείδηση της εικαστικής κοινότητας ως ο κατεξοχήν αφαιρετικός Έλληνας ζωγράφος.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΣΑΡΟΥΧΗΣ

r

1910-1989Στο έργο του Γιάννη Τσαρούχη εκφράζεται κυρίως η χαρά και το θαύμα της ζωής. Προσπάθησε να ισορροπήσει τις μεγάλες παραδόσεις και να συλλάβει τις αιώνιες καλλιτεχνικές αξίες. Οι πίνακές του περικλείουν αφομοιωμένα πολλά λαϊκά και λαογραφικά στοιχεία ιδιαίτερα του λιμένος του Πειραιά. Θεωρείται από τους μεγαλύτερους σύγχρονους Έλληνες ζωγράφους με διεθνή προβολή και ιδιαίτερα στη Γαλλία. Παράλληλα όμως εργάσθηκε και ως σκηνογράφος τόσο σε ελληνικά όσο και σε ξένα θέατρα με μεγάλη πάντα επιτυχία.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΥΡΟΪΔΗΣ

r

1912-2003Το καλλιτεχνικό του έργο είναι ιδιαιτέρως προσωπικό, γεμάτο εντάσεις, εκρήξεις χρωμάτων και μάλλον αταξινόμητο. Ο περίγυρος του καλλιτέχνη, καθημερινά αντικείμενα όπως τα μπουκάλια ή τα υφάσματα του εργαστηρίου του, αλλά πρωτίστως ο άνθρωπος, το γυναικείο σώμα και η περίφημη σχέση του ζωγράφου με το μοντέλο του είναι ορισμένα από τα αγαπημένα θέματά του που αποτυπώθηκαν μοναδικά σε δεκάδες πίνακές του.Ο ίδιος αρνούνταν να εντάξει τον εαυτό του σε ζωγραφική σχολή ή τάση.